Ακρόαση άρθρου......

Χάρη στον Wilhelm Wundt η Ψυχολογία κατάφερε να εισαχθεί στο επιστημονικό πεδίο και να μπουν τα θεμέλια για διάφορες ερευνητικές μεθόδους και τεχνικές. Τα παραπάνω είναι κάποιοι από τους βασικούς λόγους που του δόθηκε ο τίτλος του πατέρα της Ψυχολογίας.

Η ίδρυση του πειραματικού εργαστηρίου Ψυχολογίας το 1879 στην Γερμανία, αποτέλεσε το μεγαλύτερο λίθο για την ανάπτυξη της ψυχολογίας ως επιστήμη (Τσαντήλα, 2004).

Η μεγαλύτερη όμως συμβολή του Wundt είναι η ανάπτυξη της μεθόδου της ενδοσκόπησης, την οποία χρησιμοποιούσε για να μελετήσει και να καταγράψει τις ασυνείδητες εμπειρίες του θεραπευόμενου όπως για παράδειγμα τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις αισθήσεις του (Hergenhahn, 2004).

Επίσης ανέπτυξε την θεωρία του βολονταρισμού, γνωστότερη ίσως ως βουλησιαρχία, η οποία φιλοσοφικά σημαίνει πως η βούληση προηγείται και κατευθύνει τη νόηση και την λογική (Brunson, 2018).

Επιπροσθέτως, εκτός από την συμβολή του στην μελέτη του ασυνείδητου, ο Wundt έπαιξε σημαντικό ρόλο και στον τομέα της πειραματικής ψυχολογίας. Ανέπτυξε πολλές μεθόδους και τεχνικές πειραματισμού -όπως τα πειράματα χρόνου- οι οποίες χρησιμοποιούνται έως σήμερα από ψυχολόγους και ερευνητές σε διάφορες ψυχολογικές έρευνες (Hergenhahn, 2004).

O Wundt πριν το Πειραματικό Εργαστήρι

O Wilhelm Wundt θεωρείται ένας από τους επιδραστικότερους στοχαστές στην ιστορία της Ψυχολογίας. Γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου 1832 και έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του σε μικρές πόλεις κοντά στο Mannheim της Γερμανίας (Schultz & Schultz, 2016). Γιος Λουθηρανού ιερέα, πέρασε τα παιδικά του χρόνια αρκετά μοναχικά σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα αυστηρό. Ως παιδί υπήρξε αρκετά συγκρατημένος και ιδιόρρυθμος (Miller, 1998).

Στα οχτώ του χρόνια την εκπαίδευσή του ανέλαβε αποκλειστικά ο εφημέριος Friedrich Müller -βοηθός του πατέρα του- με τον οποίο ο νεαρός Wilhelm ανέπτυξε ένα ισχυρό συναισθηματικό δέσιμο και μαθήτευσε δίπλα του μέχρι τα δεκατρία του χρόνια (Kim, 2016).

Καθώς ο Wundt δεν προερχόταν από μια εύπορη οικογένεια, στα δεκαεννιά του αποφάσισε να ακολουθήσει σπουδές στην Ιατρική για να μπορέσει να εξασφαλίσει τα προς το ζην και παράλληλα να ασχοληθεί με τις επιστήμες. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης Ανατομία, Φυσιολογία, Φυσική, Χημεία και Ιατρική αλλά γρήγορα ανακάλυψε ότι το ιατρικό επάγγελμα δεν ήταν αυτό που ήθελε να ακολουθήσει.

Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του, αποφάσισε να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα και εργάστηκε στο πανεπιστήμιο ως καθηγητής Φυσιολογίας (Lundin, 1979). Από το 1858, όταν ο Herman Ludwig von Helmholtz (1821-1894), ο οποίος αναδείχτηκε μετέπειτα ως ένας από τους πιο σημαντικούς φυσιολόγους εγκαταστάθηκε στην Χαϊδελβέργη, ο νεαρός Wundt εργάστηκε δίπλα του ως βοηθός του στο εργαστήριο Φυσιολογίας (Rieber & Blumenthal, 1980).

Ζητήματα Ηθικής και Δεοντολογίας στην Άσκηση της Ψυχοθεραπείας
Κύκλος Σεμιναρίων για Επαγγελματίες Ψυχικής Υγείας | Γενική είσοδος: 35 ευρώ

Θεματικές Ενότητες: Διπλές σχέσεις θεραπευτή – θεραπευόμενου | Ψυχική ανθεκτικότητα του θεραπευτή | Υπέρβαση – παραβίαση ορίων στην ψυχοθεραπευτική σχέση | Ειδικές προκλήσεις στην ψυχοθεραπεία | Ζητήματα ηθικής και δεοντολογίας | Διαχείριση εξω-θεραπευτικών πληροφοριών | Διατήρηση και άρση του απορρήτου

Όταν ο Helmholtz έφυγε στο Βερολίνο ο Wundt ανέλαβε τη θέση του ως αντικαταστάτης του. Στη συνέχεια εργάστηκε ως καθηγητής Επαγωγικής Φιλοσοφίας στη Ζυρίχη για ένα χρόνο, ώσπου τελικά το 1875 ανέλαβε τη θέση του καθηγητή Φιλοσοφίας στη Λειψία (Brennan, 2003).

To 1862 και ενώ εργαζόταν ακόμα για τον Helmholtz, ο Wundt συνέγραψε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Contributions to the Theory of Sensory Perception». Ενώ συνέχιζε να ασχολείται με την έρευνα στη Φυσιολογία άρχισε να στρέφει το ενδιαφέρον του προς την μελέτη της Ψυχολογίας την οποία είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται ως έναν ανεξάρτητο πειραματικό κλάδο. Παρόλο που το κύριο μέρος του βιβλίου παρουσιάζει μικρή αξία έναν αιώνα μετά την συγγραφή του, ωστόσο η εισαγωγή του έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον (Miller, 1998). Για πρώτη φορά, στον πρόλογο του βιβλίου εκφράζει την ανάγκη για δημιουργία τόσο πειραματικής όσο και κοινωνικής ψυχολογίας (Lundin, 1979). Με τη χρήση του όρου «πειραματική ψυχολογία» στο βιβλίο του αυτό για πρώτη φορά, σηματοδοτεί τη λογοτεχνική γέννηση της επιστήμης της πειραματικής ψυχολογίας (Schultz & Schultz, 2016).

Τον επόμενο χρόνο, ο Wundt δημοσιεύει το έργο του «Lectures on the Minds of Men and Animals» (1863). Σε αυτό το βιβλίο αναφέρεται σε διάφορα θέματα, μεταξύ των οποίων στην ψυχοφυσική και στον χρόνο αντίδρασης, θέματα τα οποία τα επόμενα χρόνια θα απασχολούσαν ιδιαίτερα τους πειραματικούς ψυχολόγους (Schultz & Schultz, 2016).

Από τις διαλέξεις του Wundt στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης προέκυψε ένα ακόμα σημαντικό βιβλίο το οποίο δημοσίευσε σε δύο μέρη, το 1873 και το 1874 αντίστοιχα και το οποίο στη συνέχεια επανεκδόθηκε έξι φορές κατά τη διάρκεια της ζωής του Wundt.

Πρόκειται για το βιβλίο «Principles of Physiological Psychology» που αναμφισβήτητα αποτελεί το αριστούργημα του Wundt με το οποίο καθιέρωσε την Ψυχολογία ως μια ανεξάρτητη εργαστηριακή επιστήμη που έχει το δικό της αντικείμενο έρευνας και τις δικές της πειραματικές μεθόδους. Με τον τρόπο αυτό, ο Wundt θέλησε να διακρίνει την «νέα Ψυχολογία» από την «παλιά Ψυχολογία» που ανήκε στον κλάδο της Φιλοσοφίας (Miller, 1998).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: 10 Σπουδαίες γυναίκες ψυχολόγοι που έγραψαν ιστορία

Θεωρίες - Πειραματικό Εργαστήρι και η Πειραματική Ψυχολογία του Wundt

Τι να ΜΗΝ περιμένω από την ψυχοθεραπεία μου;
3ωρο Online βιωματικό εργαστήριο του PSYCHOLOGY.GR

Θεματικές Ενότητες: Τι είναι για μένα η ψυχοθεραπεία, τι περιμένω από αυτήν τη διαδικασία; | Τι περιμένω από τον ψυχοθεραπευτή μου; | Ποια είναι τα όριά της ψυχοθεραπείας; | Πώς αντιλαμβάνομαι αν με ωφελεί ή αν τη χρησιμοποιώ ως άλλοθι για να μένω στην ουσία στάσιμος;

Η δημιουργία του πρώτου πειραματικού εργαστηρίου ιδρύεται από τον Wilhelm Wundt το 1879 στην Λειψία της Γερμανίας, σε μια περίοδο που το επίπεδο διαχωρισμού πνεύματος και σώματος αποτελεί αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα στους επιστήμονες, οι οποίοι βρίσκονταν σε μια διαρκή αναζήτηση κατά πόσο το πνεύμα διαμορφώνεται απο κληρονομικά χαρακτηριστικά και σε ποιό βαθμό απο το περιβάλλον (Ginsburg et al, 2016).

Ορόσημο σε αυτή την φιλοσοφική διαμάχη μεταξύ ανατροφής και φύσης, αποτέλεσε η εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου, η οποία όμως ήταν και το έναυσμα προς διερεύνηση νέων θεμάτων, όπως αυτών της μάθησης, της ελεύθερης βούλησης και της προσωπικότητας, τα οποία έχριζαν επιστημονικής μελέτης.

Ταυτόχρονα, μετά την εύρεση της ύπνωσης, η μελέτη του νου και ιδιαίτερα η φύση του ασυνείδητου και πως αυτό επιδρά στην συμπεριφορά και τη σκέψη του ατόμου, ήταν κάτι το οποίο πυροδοτούσε το ενδιαφέρον των επιστημόνων της τότε εποχής (Ginsburg et al, 2016).

Σύμφωνα με τον Charles Darwin, υπάρχει μια γενετική σύνδεση ανάμεσα στα ζώα και τους ανθρώπους όπως επίσης και η ύπαρξη συνείδησης, η οποία βρίσκεται από τα έμβια όντα της κατώτερης εξελικτικής κλίμακας φτάνοντας μέχρι τον άνθρωπο. Αυτή την θέση πρέσβευε και ο Wundt, όπου στο βιβλίο του «Principles of Physiological Psychology» ισχυριζόταν ότι η συνείδηση ήταν εγγενής στοιχείο για όλους τους ζωντανούς οργανισμούς από την απαρχή της εξέλιξης και ο ορισμός της ζωής προϋπόθετε την ύπαρξη έστω μιας υποτυπώδους μορφής νόησης (Ginsburg et al, 2016).

Το αντικείμενο μελέτης του μυαλού και ο τρόπος συμπεριφοράς του ανθρώπου αποτέλεσε θέμα διερεύνησης από πολλούς ψυχαναλυτές. Αυτό που διαφοροποιούσε όμως τον Wundt από τους υπόλοιπους επιστήμονες της εποχής του αφορούσε την μεθοδολογία της επιστημονικής του προσέγγισης, αυτή της πειραματικής ψυχολογίας (Ginsburg et al, 2016).

Ήθελε με τη δημιουργία του πειραματικού του εργαστηρίου να διεξάγει συστηματικές έρευνες για τις νοητικές διεργασίες και την συμπεριφορά των ανθρώπων έχοντας ως αρχική μελέτη την εξέταση των βασικών αισθητηριακών λειτουργιών του ανθρώπου.

Επίσης ισχυριζόταν ότι η λεπτομερής καταγραφή της συνείδησης έπρεπε να αποτελεί το μοναδικό σκοπό της πειραματικής ψυχολογίας. Υποστήριζε ότι η παρατήρηση μπορούσε να πραγματοποιηθεί είτε εξωτερικά είτε εσωτερικά (Hergenhahn, 2005). Η εξωτερική παρατήρηση μπορούσε να γίνει για την απόδοση των γεγονότων που είναι ορατά στον έξω κόσμο και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση σχέσεων όπως αίτιο και αιτιατό (Ginsburg et al, 2016). Για παράδειγμα, με την μέθοδο πειράματος ως προς το ερέθισμα και την αντίδραση.

Η εσωτερική παρατήρηση από την άλλη, η λεγόμενη ενδοσκοπική μέθοδος ή άλλως παρατήρηση του εαυτού, αναφερόταν στην επιβεβαίωση και την καταγραφή των έσω γεγονότων, όπως σκέψεων και συναισθημάτων (Ginsburg et al, 2016).

Ο Wundt πίστευε ότι υπήρχε μια αλληλεπίδραση μεταξύ εξωτερικού και εσωτερικού κόσμου και η ενδοσκόπηση αποτελούσε μια πολύ σημαντική μέθοδο για την έρευνα γιατί μέσω αυτής δινόταν πρόσβαση σε πληροφορίες για τις διεργασίες του νου.

Ανάμεσα στα πειράματα που διεξήγαγε ο Wundt ήταν η μελέτη των ανθρώπινων εντυπώσεων, όπως η οπτική αποτύπωση του φωτός καθώς θεωρούσε ότι υπήρχε μια σύνδεση ανάμεσα στον εσωτερικό κόσμο της ψυχής με τον εξωτερικό φυσικό κόσμο.

Ο Wundt γενικά σε όλα τα αισθητηριακά του πειράματα προσπαθούσε να εξετάσει τη συνείδηση με ποσοτικό τρόπο γιατί για αυτόν η συνείδηση δεν ήταν μια υποκειμενική εμπειρία η οποία ήταν μοναδική και μεταβαλλόμενη για τον κάθε άνθρωπο (Ginsburg et al, 2016).

Αντίθετα, για τον Wundt η καταγραφή των εκούσιων αντιδράσεων μπορούσε να δώσει ποσοτικά δεδομένα για την συνείδηση. Το εργαστήρι του Wundt λειτούργησε ως πρότυπο και το έναυσμα δημιουργίας τμημάτων Ψυχολογίας τόσο σε ευρωπαϊκά όσο και σε αμερικάνικα εργαστήρια.

Η πειραματική ψυχολογία του Wundt αποτέλεσε σταθμό στο να διακριθεί η Ψυχολογία ως μια αυτόνομη επιστημολογία και όχι ως ένα παρακλάδι της Φιλοσοφίας όπως αντιμετωπιζόταν μέχρι τότε (Ginsburg et al, 2016).

Το αξιοσημείωτο στο έργο του Wundt ήταν ότι υπήρξε ο πρώτος που ερεύνησε την ανθρώπινη συμπεριφορά βάση συστηματικής και επιστημονικής μεθόδου.

Ήταν παράλληλα όμως και σαφής προσωπικός του στόχος, όπως διαφαίνεται και μέσα από το βιβλίο του “Αρχές της φυσιολογικής ψυχολογίας”, η δημιουργία μιας νέας κατεύθυνσης, αυτή της πειραματικής έρευνας, όπου θα διαφαινόταν η βιολογική αλληλεπίδραση μεταξύ των διεργασιών της σκέψης και της συμπεριφοράς (Hergenhahn, 2005).

Ο Wundt και η Θεωρία της Βουλησιαρχίας

Ο τρόπος σκέψης του Wundt φαινόταν ότι είχε επηρεαστεί από τους φιλόσοφους Kant και Herbart, όμως η επιρροή που είχε από τον Leibniz, ήταν εμφανής σε πολλά κύρια σημεία ανάμεσα στα έργα του από τον φιλόσοφο αυτό. Ο Wundt αντιτίθετο στο φιλοσοφικό σύστημα του Υλισμού, το οποίο ασπαζόταν ότι η αρχή όλων ήταν η χονδρή ύλη και οτιδήποτε αντικείμενο ή κατάσταση πήγαζε από αυτή, καθώς ήταν το μόνο παρατηρήσιμο και μετρήσιμο στοιχείο που μπορούσε να ληφθεί από τις αισθήσεις μας. Επομένως, έννοιες όπως το πνεύμα, η νόηση και οι σκέψεις δεν ήταν αντιληπτές από τις αισθήσεις μας άρα και μη υπαρκτές.

Ο Wundt από την άλλη, υποστήριζε ότι η ψυχολογία του υλισμού αναιρείτο από το ίδιο το γεγονός της ύπαρξης της συνείδησης στον άνθρωπο, όπου η σύνθεση της δεν αποτελείται ούτε από ατομικά αλλά και ούτε από μοριακά στοιχεία. Για τον Wundt, στόχος ήταν όχι μόνο η κατανόηση του πως βιώνεται η συνείδηση αισθητηριακά αλλά και η αντίληψη της δυναμικής των νοητικών νόμων που διέπουν την συνείδηση (Hergenhahn, 2005).

Κυρίαρχο ρόλο για τον Wundt έπαιζε το νόημα της βούλησης όπως αυτό αποδιδόταν στην επιλεκτική προσοχή και θέληση εξού και πρέσβευε ότι η έννοια της βούλησης αποτελούσε τον πυρήνα γύρω από τον οποίο έπρεπε να γίνουν κατανοητά όλα τα σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Δήλωνε ότι η έννοια της βούλησης είχε διττή χρήση για τον άνθρωπο αφού πίστευε ότι πίσω από κάθε ανθρώπινη πράξη και επιλεκτική προσοχή υπήρχε το κίνητρο του σκοπού.

Παράλληλα, ότι καθετί που γινόταν σαφή αντιληπτό από τον άνθρωπο πήγαζε εξαιτίας της επιλεκτικής προσοχής του σ’ αυτό. Η προσέγγιση του αυτή επειδή στηριζόταν στο τρίπτυχο του σκοπού, της επιλογής και της βούλησης σαν πρωταρχικές αρχές ονομάστηκε Βουλησιαρχία (Hergenhahn, 2005).

Επικριτές και Υποστηρικτές της Προσέγγισης του Wundt

Ο Wundt στο πέρασμα των χρόνων απέκτησε υποστηρικτές των θεωριών του αλλά και επικριτές του έργου του. Ένας από αυτούς ήταν ο Γερμανός φιλόσοφος Franz Brentano.

Ο Brentano αντιτίθονταν της άποψης ότι η επιστημονική ψυχολογία είναι η φυσιολογική ψυχολογία. Πίστευε ότι ο Wundt με αυτόν τον όρο υποστήριζε μόνο την μέθοδο. Ο Brentano από την πλευρά του θεωρούσε ότι η Ψυχολογία είναι μια επιστήμη η οποία δεν πρέπει να επιδέχεται περιορισμούς (Boring,1957).

Παρότι συμφωνούσαν στην μεγάλη σημασία της Ψυχολογίας στην επιστημονική κοινότητα και είχαν περιγράψει την συνείδηση χρησιμοποιώντας σχεδόν τις ίδιες λέξεις εντοπίζουμε συγκριτικά στα έργα τους διαφορές και όχι απαραίτητα διαφωνίες. Η μεγαλύτερη διαφορά τους ήταν ότι ο Brentano υποστήριζε ότι οι ψυχολογικές μελέτες πρέπει να πραγματοποιούνται με παρατήρηση αντί του πειραματισμού που υποστήριζε ο Wundt. Επίσης τόνισε ότι το συστατικό της ψυχολογικής επιστήμης είναι η νοητική δραστηριότητα της συνείδησης ενώ ο Wundt έκρινε ότι είναι η δομή της συνείδησης (Graziano & Raulin, 2019· Titchener, 1921).

Ένας ακόμα φιλόσοφος-ψυχολόγος που άσκησε κριτική στο έργο του Wundt ήταν ο William James. Στο βιβλίο του «The Principles of Psychology» εναντιώθηκε στον τρόπο σκέψης του Wundt σχετικά με την ανάλυση της συνείδησης με στοιχεία. Αργότερα την ίδια άποψη θα υιοθετήσουν και οι μορφολογικοί ψυχολόγοι μιας και διαφωνούσαν για την στοιχειοκρατία του Wundt και θα υποστήριζαν την χρησιμότητα της επικέντρωσης σε ολότητες παρά σε στοιχεία.

Γνωρίζοντας αυτές τις απόψεις, σχολίασε το βιβλίο του James με την εξής φράση «Είναι λογοτεχνία, είναι όμορφο, αλλά δεν είναι Ψυχολογία».

Στο πέρασμα των χρόνων ο Wundt παρέμεινε πολύ επικριτικός για το έργο του James στην Ψυχολογία (Schultz & Schultz, 2016· Χρυσοστόμου, 2023a).

Με την ενδοσκόπηση του Wundt ασχολήθηκαν πολλοί φιλόσοφοι τις εποχής. Ο Auguste Copte υποστήριξε ότι αν ο νους είχε την ικανότητα της αυτοπαρατήρησης των δραστηριοτήτων του θα έπρεπε να διασπαστεί στα δύο, ένα κομμάτι να παρατηρεί και το άλλο να αυτοπαρατηρείται -πράγμα αδύνατον όπως πρόσθεσε ο ίδιος αργότερα-. Το μυαλό μπορεί να εκτελεί μόνο μια από τις δύο δράσεις. Τέλος ο Άγγλος ψυχολόγος Edward Titchener ασχολήθηκε εκτενώς με την ενδοσκόπηση.

Ανέφερε ότι δεν είναι κατανοητός ο όρος και προσπάθησε να τον συνδέσει με διάφορες πειραματικές συνθήκες. Αυτό που συμπέρανε ήταν ότι η ενδοσκόπηση πρόκειται για κάτι πολύ γενικό και καλύπτει μια απεριόριστα μεγάλη ομάδα μεθοδικών διαδικασιών (Schultz & Schultz, 2016). Επίσης ο Titchener αμφισβήτησε την τρισδιάστατη θεωρία του Wundt που αφορούσε τα αισθήματα υποστηρίζοντας την μονοδιάστατη μορφή τους (ευχαρίστηση-δυσαρέσκεια) (Hergenhahn, 2004).

Παρά τους επικριτές του ο Wundt επηρέασε πλήθος ψυχολόγων της εποχής. Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα -τα πρώτα χρόνια που η Ψυχολογία εξελίχθηκε ως ξεχωριστός επιστημονικός κλάδος- η κατεύθυνση της νέας επιστήμης επηρεάστηκε από τις θεωρίες του.

Ο Granville Stanley Hall επηρεασμένος από το βιβλίο του Wundt «Physiological Psychology» έδωσε μια ώθηση και κατεύθυνση στην ανάπτυξη της ψυχολογίας στις Η.Π.Α.. (Schultz & Schultz, 2016· The Editors of Encyclopaedia Britannica, 1998a).

Ακόμα και ο Sigmund Freud επηρεάστηκε από τον Wundt παρά τις διαφορές τους στην προσέγγιση της Ψυχολογίας. O Freud επηρεάστηκε από τον Wundt μέσω της έμφασης του στην ενδοσκόπηση ως μέθοδο ψυχολογικής έρευνας.

Ο Wundt πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος για να κατανοήσει κανείς την ανθρώπινη συμπεριφορά και τις νοητικές διεργασίες ήταν μέσω της προσεκτικής παρατήρησης των δικών του σκέψεων και εμπειριών. Από την άλλη πλευρά ο Freud ενώ υποστήριζε τη σημασία της ενδοσκόπησης προχώρησε πέρα από την προσέγγιση του Wundt δίνοντας έμφαση στο ρόλο του ασυνείδητου νου και στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς (Cherry, 2010· Χρυσοστόμου, 2023b).

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

Boring, E. G. (1957). A history of experimental psychology. Appleton Century Crofts.
Brennan, J. F. (2003). The Founding of Modern Psychology. In History and systems of psychology (pp. 161–162). essay, Prentice-Hall.
Brunson, D. J. (2018). Voluntarism. European Journal of Pragmatism and American Philosophy, X(2). https://doi.org/10.4000/ejpap.1333
Cherry, K. (2010). The Everything Psychology Book. Adams Media.
Ginsburg, J., Collin, C., Weeks, M., Lazyan, M., Benson, N., Grand, V. (2016). Η Ψυχολογία με απλά λόγια. Κλειδάριθμος.
Graziano, A. M., & Raulin, M. L. (2019). Research methods: A process of Inquiry. Pearson.
Hergenhahn, R., B. (2005). Εισαγωγή στην ιστορία της ψυχολογίας. Αθήνα: Εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη.
Kim, A. (2016, September 10). Wilhelm Maximilian Wundt. Stanford Encyclopedia of Philosophy. Retrieved April 28, 2023, from plato.stanford.edu/Archives/win2021/entries/wilhelm-wundt/index.htm
Lundin, R. W. (1979). Wilhelm Maximilian Wundt: The Beginnings of Structuralism. In Theories and systems of psychology (pp. 80–82). essay, Heath
Miller, G. A. (1998). Wilhelm Wundt, Psychologist. In Psychology: The science of mental life (pp. 30–39). essay, Penguin.
Rieber, R. W., & Blumenthal, A. L. (1980). Wundt before Leipzig. In Wilhelm Wundt and the making of a scientific psychology (pp. 3–70). essay, Plenum Press.
Schultz, D. P., & Schultz, S. E. (2016). A history of modern psychology. Cengage Learning.
The Editors of Encyclopaedia Britannica. (1998a). G. Stanley Hall. Encyclopædia Britannica. Retrieved April 28, 2023, from www.britannica.com/biography/G-Stanley-Hall
Titchener, E. B. (1921). Brentano and Wundt: Empirical and experimental psychology. The American Journal of Psychology, 32(1), 108. https://doi.org/10.2307/1413478
10
Τσαντήλα Ά. (2004). The contribution of German-speaking scientists to the development of cognitive psychology. ELEUTHERNA, 1, 251–272. doi.org/10.26248/eleutherna.v1i0.176
Χρυσοστόμου, Μ. (2023a). Ψυχολογία της Μορφής. Λευκωσία; European University Cyprus. Retrieved April 28, 2023, from virtualcampus.euc.ac.cy/ultra/courses/_264684_1/outline/file/_6469040_1
Χρυσοστόμου, Μ. (2023b). Ψυχανάλυση. Λευκωσία; Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Retrieved May 12, 2023, from virtualcampus.euc.ac.cy/ultra/courses/_264684_1/outline/file/_6469049_1 

 

Σχετικά με το άρθρο:

Το άρθρο αποτελεί μια εργασία στο μάθημα Ιστορία και Συστήματα Ψυχολογίας.
H εργασία έχει βαθμολογηθεί από την επιβλέπουσα καθηγήτρια Μαρίνα Χρυσοστόμου.

Συγγραφείς:

Ιωάννης Βαγγέλογλου
Προπτυχιακός Φοιτητής Ψυχολογίας
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου

Ροδούλα Γεωργίου
Προπτυχιακή Φοιτήτρια Ψυχολογίας
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου
Εκπαιδευόμενη στο Μεταπτυχιακό Επαγγελματικό Δίπλωμα του Συστημικού Ινστιτούτου Ψυχοθεραπείας Κύπρου

Σοφία Γουδέλη
Προπτυχιακή Φοιτήτρια Ψυχολογίας
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου

Φωτεινή Μπουναρτζή
Προπτυχιακή Φοιτήτρια Ψυχολογίας
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου