Ακρόαση άρθρου......

Πολλές φορές θεραπευόμενοι μου με ρωτάνε, τι κάνω λάθος και δεν μπορώ να βρω έναν σωστο σύντροφο, γιατί είναι όλοι ακατάλληλοι? Αυτό που τους προσκαλώ να δούμε είναι με τι κριτήρια επιλέγω τον συντροφό μου, τι προσδοκίες του δίνω και ποιες ανάγκες ικανοποιώ?

Υπάρχουν διάφορες θεωρίες ως προς το πως επιλέγω τον/την συντροφό μου: 

1. Θεωρία της διατήρησης του είδους : Οι Βιολόγοι  θεωροούν ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη λογική για την επιλογή συντρόφου.

Οι άντρες επιλέγουν  μια νεότερη σύντροφο  πιο υγιή, με απαλή επιδερμίδα ωραία μαλλιά σώμα που σημαίνει υγεία και καλό ορμονικό επίπεδο για αναπαραγωγή. Από την άλλη οι γυναίκες επιλέγουμε σύντροφο με βάση το ένστικτο.  Ψάχνουμε έναν σύντροφο με έκδηλο κύρος, ικανότητα να επιβάλλεται, συναισθηματική δύναμη και οικονομικά προσόντα που παρέχουν εγγυήσεις για την επιβίωση της οικογένειας.

2. Θεωρία αγοράς προσόντων και ελλατωμάτων

Οι άνθρωποι διαλέγουμε, σκεφτόμαστε τι μας ταιριάζει, μας ενδιαφέρει ο άνθρωπος ως σύνολο, κοιτάμε τα θετικά και τα αρνητικά και τα υπολογίζουμε σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής.

3. Θεωρία της αναγνώρισης

Επιζητούμε την αναγνώριση ψάχνουμε κατά πόσο και πως η σχέση μας με τον άλλο μπορεί να αυξήσει την αυτοεκτίμηση μας.

Ο Λακάν πιστεύει ότι η μόνιμη επιδίωξη του ανθρώπου είναι το να μπορέσει να μου δώσει κάποιος αυτό που είχα κάποτε με τη μητέρα μου: να γίνω δηλαδή ένα με τον άλλο. Έρωτας είναι να ζητάς το αδύνατο από κάποιον που δεν υπάρχει.

Άστο γι’ αύριο! Ξεπερνώντας την αναβλητικότητα στο χώρο εργασίας
Το διαδικτυακό σεμινάριο διοργανώνεται από το PSYCHOLOGY.GR, με εισηγήτρια την ψυχολόγο – ψυχοθεραπεύτρια, Άρτεμις Αντωνίου.

4. Θεωρία του πνευματικού εμπλουτισμού

Επιλέγουμε κάποιον διότι θεωρούμε ότι εμείς είμαστε ατελείς και χρησιμοποιούμε τα πλεονεκτήματα μας για να ολοκληρώσουμε ο ένας τον άλλο, να αλληλοσυμπληρωθούμε και να εξελιχθούμε. Η σχέση μου επιτρέπει να ανακαλύψω τον εαυτό μου και συγχρόνως μου δίνει τη χαρά να ανακαλύψω το δικό σου. Στη συνάντηση αυτή προχωράμε και οι δύο στο στόχο της ατομικότητας, αλλά προχωράμε μαζί.

5. Θεωρία του συμπληρωματικού ρόλου

Προσπαθούμε να βρούμε κάποιον ο οποίος θα αναπαράγει τη συγκρουσιακές σχέσεις που έχουμε εσωτερικεύσει από την παιδική μας ηλικία, οι οποίες έχουν ορίσει ποιοί είμαστε και επιβεβαιώνουν την ισχύ του σεναρίου της ζωής μας.

Ψάχνουμε να βρούμε δηλαδή πρόσωπα που διακρίνουμε ότι είναι ικανά να μας συμπεριφέρονται όπως τα πρόσωπα της παιδικής μας ηλικίας. 

Δυστυχώς δεν διάλεξα τους γονείς μου
Σε αυτό το ανατρεπτικό βιβλίο, η έγκυρη κλινική ψυχολόγος Lindsay Gibson αποκαλύπτει την καταστροφική φύση των συναισθηματικά ανώριμων γονέων, τα τοξικά μοτίβα με τα οποία μας έχουν σημαδέψει και μας παρέχει πολύτιμους τρόπους για να θεραπευτούμε

Το να γνωρίζει κάποιος τον εαυτό του είναι μία πολύ σημαντική κατάκτηση και αποτελεί το κλειδί στην δημιουργία κατάλληλων διαπροσωπικών σχέσεων. Κι αυτό γιατί εάν αναγνωρίζω και αποδέχομαι τον εαυτό μου μπορώ να αναγνωρίσω και να αποδεχτώ και τους άλλους, να σεβαστώ τη διαφορετικότητα τους και να είμαι ανοιχτός /ή στην επαφή μου μαζί τους. Ένας άνθρωπος με "υγιή" και μετριοπαθή αυτοεικόνα αποπνέει αυτοπεποίθηση και ισορροπία με αποτέλεσμα οι άλλοι να τον εμπιστεύονται και να επιδιώκουν σχέσεις μαζί του. Επομένως είναι σημαντικό ο κάθε άνθρωπος να κάνει την αυτοκριτική του σε κάθε φάση της ζωής του, να ενισχύει κάθε φορά τα θετικά του στοιχεία και να προσπαθεί να μετριάσει τις αρνητικές του πτυχές.

Ας δούμε όμως τι συμβαίνει στα δύο άκρα μίας λανθασμένης αυτοκριτικής που δημιουργεί προβλήματα και στη σχέση μας με τους άλλους.

Τα άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση δημιουργούν συνήθως σχέσεις με συντρόφους που τείνουν να διαιωνίζουν τη χαμηλή τους αυτοεκτίμηση.

Αυτό συμβαίνει γιατί η ανάγκη για θετική επανατροφοδότηση έρχεται δεύτερη σε σχέση με την ανάγκη μιας σταθερής ταυτότητας. Προτιμούν ανθρώπους που τους αξιολογούν αρνητικά, έτσι ώστε να μη χαθεί αυτή η ομοιόσταση στην εικόνα που έχουν δημιουργήσει για τον εαυτό τους. Οι αρνητικές εκτιμήσεις των άλλων δυναμώνουν τα πιστεύω τους, ενώ παράλληλα τους φέρνουν σ' επαφή με την πραγματικότητα τους. Όσο και σκληρή να είναι γι’ αυτούς η πραγματικότητα τους, νιώθουν ότι τους επιτρέπει να προβλέπουν αλλά και να ελέγχουν τις αντιδράσεις των άλλων.

Συνεπώς, εάν γνωρίσουν έναν άνθρωπο που θα τους εκτιμήσει πολύ, τείνουν να αποσύρονται από τη σχέση, γιατί έτσι χάνουν τη προβλεψιμότητα της σχέσης και τον έλεγχο αντίδρασης ή συμπεριφοράς του συντρόφου. Αυτό τους προκαλεί μεγάλη ανασφάλεια κι έτσι προσπαθούν να βρουν τρόπους να απαξιώσουν τον εαυτό τους στα μάτια του συντρόφου για να αυτοεπιβεβαιωθούν. (αυτοεκπληρούμενη προφητεία).

Η έλλειψη λοιπόν μιας καλής αυτοεικόνας καθώς κι η αυτο-υποτίμηση δημιουργεί μία συμπεριφορά μαθημένης αδυναμίας απέναντι στο σύντροφο μας, όπου πάντοτε καταδικάζουμε τον εαυτό μας σαν αποτυχημένο ή ανίκανο να διατηρήσει μια σχέση προκαθορίζοντας την εξέλιξη της σχέσης ως αρνητική. Άρα, η αποδοχή του εαυτού μας, η ενδυνάμωση και προώθηση των θετικών μας σημείων αλλά κι η καλλιέργεια της εσωτερικής μας ζωής είναι απαραίτητη για την αποδοχή μας από τους άλλους, αλλά και για τη δημιουργία θετικού κλίματος μέσα στη συντροφική μας σχέση.

Στο άλλο άκρο της αυτουποτίμησης βρίσκεται η υπερβολική προβολή του εαυτού μας κι ο ναρκισσισμός, όπου η επιλογή του συντρόφου γίνεται μόνο με στόχο τη συνεχή επιβεβαίωση, το θαυμασμό του είναι μας και τη κάλυψη παράλογων συνήθως απαιτήσεων. Ο σύντροφος μας μετατρέπεται σ’ένα αντικείμενο, ένα εργαλείο που το χρησιμοποιούμε για να εξυψώσουμε συνέχεια το εγώ μας που θεωρούμε ως κέντρο του κόσμου. Ο σύντροφος γίνεται μια ναρκισσιστική προέκταση του εαυτού μας, ένας καθρέφτης, που αν δεν επιβεβαιώνει τη τέλεια κι αψεγάδιαστη εικόνα μας, απορρίπτεται. Οι ναρκισσιστές δεν αγαπούν τον άλλον ουσιαστικά ενώ έχουν την τάση να εξιδανικεύουν ή να υποτιμούν, αμέσως, το σύντροφό τους με την παραμικρή ατέλεια. Βιώνουν έτσι, συνεχώς, μια ματαίωση των προσδοκιών τους αλλά και το ανικανοποίητο, καθώς εσωτερικά παραμένουν κενοί ενώ χρειάζονται συνεχώς ‘γέμισμα’ από τους άλλους που ποτέ ωστόσο δεν είναι αρκετό.

Ο εγωκεντρισμός, λοιπόν κι η εγωπάθεια είναι από τα μεγαλύτερα εμπόδια στη δημιουργία μίας σχέσης, καθώς το να είμαι με τον άλλον προϋποθέτει το ειλικρινές μοίρασμα , την αλληλεπίδραση, τη προσφορά, το ‘δούναι και λαβείν’ μια, δηλαδή, ουσιαστική αποδοχή του άλλου.

Πώς λοιπόν μπορούμε να φροντίσουμε τον εαυτό μας και παράλληλα να βρίσκομαστε σε μια υγιή και λειτουργική σχέση αγάπης και σεβασμού?

Πολλές φορές μια δυσλειτουργική σχέση, μας απομυζεί τόση ενέργεια, ώστε αποδιοργανωνόμαστε σε άλλα επίπεδα της ζωής μας, επαγγελματικά, φιλίες, χόμπι κλπ. Φροντίζουμε τον εαυτό μας και αναζητούμε ενεργά να ασχολούμαστε με τα πράγματα εκείνα που μας κάνουν να νιώθουμε καλά.

Επικοινωνούμε κάθε φορά τι νιώθουμε και πως αισθανόμαστε.

Το συναίσθημα είναι ενέργεια που χρειάζεται:

α) αναγνώριση (π.χ. τώρα νιώθω ανησυχία, στρες, μοναξιά, θυμό κλπ.

β) αποδοχή (είναι ΟΚ που νιώθω ανησυχία, στρες, μοναξιά, θυμό κλπ. δεν είναι αποτυχία ούτε ντροπή, γιατί πολλές φορές νιώθουμε άσχημα και μετά νιώθουμε ακόμη πιο άσχημα που νιώθουμε άσχημα!)

γ) να το εκφράσουμε με κατάλληλο τρόπο (είτε γράφοντας ημερολόγιο, είτε μιλώντας με κάποιον που εμπιστευόμαστε, είτε το θυμό με αθλητισμό για εκτόνωση).

Η αυτοεκτίμηση αυξάνεται όταν κάνουμε χρήσιμα πράγματα. Η αυτοφροντίδα είναι βασική προτεραιότητα σε αυτό. Όταν φροντίζουμε τον εαυτό μας, τότε θέλουν και οι άλλοι να μας φροντίσουν περισσότερο.

Να θυμάστε : Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τους άλλους ανθρώπους. Ο μόνος που χρειάζεται να αλλάξουμε (κι ευτυχώς ο μόνος που μπορούμε να αλλάξουμε) είναι ο εαυτός μας. Αλλάζουμε τον εαυτό μας, καλλιεργώντας την αυτοεκτίμηση και τότε αλλάζει η ζωή μας, ανεξάρτητα από τον οποιοδήποτε σύντροφο.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Μαρία Γιαννοπούλου
Ψυχολόγος ΑΠΘ, MSc, Ειδικευμένη στην Ψυχοθεραπεία Gestalt